18 / 6 / 1999 Άρωμα καλοκαιριού Το απαλό αεράκι μικρό σηκώνει κυματάκι και όταν σου χτυπά τη μύτη πάρε με, λες, άνεμε αγύρτη. Πάνω στα βότσαλα πατώ και στην άμμο σκύβω, ένα βότσαλο παίρνω από χάμω κι όπως στης θάλασσας τον αφρό χτυπά ξεγνοιασιά τώρα νιώθω κι έννοια πια καμιά. Στον ουρανό ακούραστα φέγγουνε τ' άστρα και μέσα σου ακούς μια φωνή να σου λέει: πιάσ'τα. Κι όπως καθρεφτίζεται το όμορφο φεγγάρι κρίμα είναι την καρδιά καμιά να μη σου 'χει πάρει. Στο απαλό μελτέμι του Αιγαίου τρέμει το κορμί στο αντίκρισμα του ωραίου. Μελαχρινή κοπέλα η θάλασσα με τ' άρωμά της το χέρι σού απλώνει, λάμπουν τα μαλλιά της. Δε μπορεί, στοχάζεσαι με αλαζονεία, ο έρωτας γεννήθηκε σε κάποια παραλία, σε μια απ' τις πάμπολλες, σε παραλία ελληνική, σε μια από αυτές που βρέχει το Ιόνιο, το Αιγαίο, η λίμνη η μεσογειακή. Δάση από πεύκα, όρμοι απόκρημνοι, γαλαζοπράσινα νερά, η θάλασσα παντού, του ήλιου τα σημάδια φανερά που ολόχρυσος τις μέρες μας φωτίζει από ψηλά και τη νύχτα πάει και δύει στης καρδιάς την αγκαλιά.
|